Term | Definition |
---|---|
ουροστομία |
Χειρουργική τεχνική, κατά την οποία οι ουρητήρες (που φυσιολογικά παροχετεύουν τα ούρα από τα νεφρά στην ουροδόχο κύστη) αποκόπτονται και οδηγούνται να εκβάλλουν στο κοιλιακό τοίχωμα. Τα ούρα συλλέγονται σε εξωτερικό σάκο, που επικολλάται στο δέρμα. Aliases (separate with |): Ουροστομία
|