Term | Definition |
---|---|
οζώδες ερύθημα |
Ένα επώδυνο, ερυθρό, οζώδες εξάνθημα που εμφανίζεται στο πρόσθιο χείλος της κνήμης σε συνδυασμό, συνήθως, με κάποια άλλη νόσο, όπως μια λοίμωξη από στρεπτόκοκκο, μύκητες ή φυματίωση, φλεγμονώδη νόσο του εντέρου, λανθάνοντα καρκίνο ή σαρκοείδωση. Βιοψίες του εξανθήματος αποκαλύπτουν φλεγμονή του υποδόριου λίπους (υποδερματίτιδα). Επειδή η νόσος σχετίζεται συχνά με άλλες σοβαρές παθήσεις, συνήθως ακολουθεί διαγνωστική διερεύνηση για την αποκάλυψη μιας υποκείμενης νόσου. Σε μερικούς ασθενείς δεν ανευρίσκεται υποκείμενη αιτία. ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Η θεραπεία απευθύνεται στην αιτιολογική νόσο, όταν αυτή είναι γνωστή. Μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα παρέχουν συμπτωματική ανακούφιση σε πολλούς ασθενείς. Aliases (separate with |): Οζώδες ερύθημα
|